Λίγα λόγια του Mario “Tripa” Lopez για τον Mauricio

Ανάψτε τη φωτιά σας κι εμείς θα τραγουδήσουμε εκεί για εσάς. Θυμηθείτε τις μέρες, καιρό πριν, όταν ήμασταν όλοι ένα. Το πνεύμα του κογιότ είναι η δύναμή σας. Τα πνεύματα της γης είναι ισχυρά και έτοιμα να σας βοηθήσουν… αν τα ακούσετε.

 Κοινωνίες πολεμιστών: τώρα είναι η ώρα. Βρείτε ο ένας τον άλλο. Επιστρέψτε σπίτι.

 Πρέπει να βρίσκεστε μόνο μεταξύ του εχθρού, για να επιτεθείτε. Όλοι εσείς πολεμιστές, φύλακες του ονείρου, μην τους αφήσετε να σας πιάσουν.

 Μην απελπιστείτε.

 Τι σας κάνει να πιστεύετε ότι δεν πρέπει να κρύβεστε; Κι εμείς θα έπρεπε να το κάνουμε. Έχουμε το πνεύμα του κογιότ, που βοηθά να μένουμε ελεύθεροι.

 Θυμηθείτε πως είναι να ζούμε. Άγριοι. Υπερήφανοι. Μαζί. Ελεύθεροι. Προετοιμαστείτε, πολεμιστές της γης.

 Ο απατεώνας είναι κοντά.

 –        Ιστορία του έθνους των κογιότ.

Σε αμέτρητες περιπτώσεις, έχω αναρωτηθεί ποιο είναι το πιο σημαντικό πράγμα για όλους αυτούς τους αναρχικούς επαναστάτες, που ξοδεύουν όλην τους την ενέργεια στο να απαξιώνουν έναν άλλον αγώνα, ο οποίος δηλώνει ενεργητικός, ριζοσπαστικός, άγριος και συγκρουσιακός, ο οποίος προέρχεται από άλλες βασικές θέσεις, με άλλες προοπτικές για τη ζωή, με άλλες θεωρητικοποιήσεις, που κινούνται μακριά από την ιδέα της ενεργητικής παθητικότητας, της αναμονής, της ψευδαίσθησης της ποσοστικής αύξησης… Ενδιαφέρονται για την απόλυτη ελευθερία, τη διάχυση της αναρχικής ιδέας και πράξης ή απλά για το μίζερο θρίαμβο του προγράμματός τους; Και τονίζω το πρόγραμμα, γιατί το διαθέτουν και γιατί το ακολουθούν τυφλά.

 Όσες φορές έχω αναρωτηθεί, διαπιστώνω ότι έχουν επιτρέψει στα πραγματικά τους συμφέροντα να γίνονται ορατά πίσω από τα κάγκελα που τους περιορίζουν• ο πραγματικός θρίαμβος της επανάστασής τους και ο ήλιος της αναρχίας, μας αποκαλύπτουν ότι ένα από τα συμφέροντά τους είναι η ανταγωνιστικότητα μεταξύ της μίας αναρχικής ιδέας/πρακτικής με την άλλη. Επειδή όταν ένας σύντροφος εξεγείρεται, επιτίθεται, αμφισβητεί, οργανώνεται διαφορετικά και τελικά, σε μία πράξης ατομικής ανυπακοής απέναντι σε ένα σύστημα που δε σου προσφέρει τίποτα, σκοτώνεται ή πέφτει τραυματισμένος στη μάχη, όχι μόνο δε σταματούν να απαξιώνουν αυτό το άτομο εντός του “κινήματος”, αλλά κάνουν ό,τι είναι δυνατό, χρησιμοποιώντας ακόμα και τα κρατικά μίντια, τα οποία υποτίθεται ότι είναι εναντίον τους,  προκειμένου να μειώσουν αυτό το άτομο και να σπεκουλάρουν σε βάρος του, αλλά και για να εκτρέψουν τα κίνητρά τους, τις ψευδαισθήσεις τους και τις ιδέες τους ενώπιον της κοινωνίας με την οποία (αυταπατώνται ότι) παλεύουν, με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν αυτοί, τους οποίους θέλουν να καταστρέψουν: η κοινωνία που περιθωριοποιεί, που καταστέλλει, που κάνει πράξη ένα είδος εθελοδουλείας και ευχαρίστησης και στο τέλος, καταλαβαίνει κανείς ότι είναι η κοινωνία και ο πολιτισμός της, και η πρακτική ευχαρίστηση της μικρο-δύναμης και της μικρο-εξουσίας που διαιωνίζουν το σύστημα.

 Εναντίον αυτής της κοινωνίας-φυλακής αγωνίστηκε ο Mauri, εναντίον των στρατώνων των φονιάδων της εξουσίας, των προστατών της ιδιοκτησίας, του σχολείου των βασανιστών των φυλακών προόριζε την επίθεσή του. Δεν ήταν ένα μέρος πολιτισμού (το οποίο σε πολλούς θα φαινόταν ενοχλητικό, ακόμα κι αν επρόκειτο για τον πολιτισμό της εξουσίας), ένας τυχαίος στόχος, ούτε μια βόμβα ανάμεσα σε “αθώους” ανθρώπους. Η επίθεση, που σκόπευε να πραγματοποιήσει ο Mauri εκείνη τη νύχτα, ήταν αντικειμενική, άμεση και αδιαμεσολάβητη. Μία περιφρόνηση του Κράτους/Κεφαλαίου, η οποία κατέληξε τελικά -δυστυχώς- σε περιφρόνηση του ίδιου του αναρχισμού, που αυτοαποκαλείται οργανωμένος και που δε σταματά να επιβάλλει τα δόγματά του και την ιδεολογία του και δε σταματά να θρηνεί για τις καταστροφικές συνέπειες, που “έφερε” το ατύχημα του Mauri, για το καταραμένο οργανωμένο αναρχικό κίνημα ή τον κοινωνικό αγώνα και αυτό είναι που μας αναστατώνει περισσότερο.

 Εδώ στο Μεξικό, από εκείνη τη νύχτα στις 22 Μάιου του 2009, εκείνοι που θεωρούν το Mauri σύντροφό τους, τον θυμούνται ακόμα, δεν τον έχουν αφήσει να χαθεί στη λήθη και το κάνουν αυτό με πολλούς τρόπους και μέσα, ο καθένας ανάλογα με τη θέση του, αλλά πάντα δίνοντας έμφαση στο χαρακτηριστικό του άγριου Μαχητή, που είναι και ο λόγος για τον οποίο πέθανε μαχόμενος. Είναι αυτός, ο αδιάφθορος και άμεσος αγώνας, που φαίνεται σε πολλούς ψευτο-αναρχικούς, σε αυτούς που αποτελούν κεκαλυμμένη πρωτοπορία, να είναι ένα απλό παιχνίδι. Ποιος παίζει με σκοπό να πεθάνει; Πιστεύω κανείς με καθαρή συνείδηση, γιατί ο αγώνας μας αυτός, ο αγώνας που έδωσε ο Mauri, δεν είναι φορτωμένος  με υποκριτικό αλτρουισμό, αλλά αντίθετα ακολουθεί το πιο κυνικό αλλά και το πιο ειλικρινές ένστικτο ελευθερίας και αγριότητας, μιας ελευθερίας απόλυτης και απεριόριστης. Μια καθημερινή μάχη, που δε συνέβη απλά την προηγούμενη νύχτα και που ξέρουμε με βεβαιότητα πως δε θα τελειώσει αύριο το πρωί, φυτεύοντας  το Κράτος στο χώμα με τέσσερις βόμβες και μερικές βλασφημίες. Δεν τρέφουμε αυταπάτες. Αυτός είναι ένας πόλεμος, που δίνεται καθημερινά από εμάς, τις νοοτροπίες μας και τους άλλους γύρω από εμάς. Είναι ένας αγώνας, στα πλαίσια του οποίου είμαστε υπεύθυνοι για τη χρήση κάθε δυνατού μέσου, που έχουμε στη διάθεσή μας. Αλλά, εγώ δεν αναγνωρίζω την υποτιθέμενη –και λανθασμένη- διάκριση μεταξύ ριζοσπαστικών και ρεφορμιστικών μέσων αγώνα.

 Ο πόλεμος του Mauri δε «θέαματικοποιήθηκε» γιατί δεν ήταν θέαμα. Η ενέργειά του ήταν μια πράξη εναντίωσης, που βρήκε δικαίωση σε όλον τον κόσμο και την οποία υπερασπίστηκα κι εγώ και την υπερασπίζομαι ακόμα γιατί για μένα, είναι πιο σημαντικό να πράττει κανείς -όπως αποφασίζει ο καθένας να πράξει-  παρά να μιλάει, είναι πιο σημαντικό από το να βρίσκουμε καταφύγιο στους χώρους μας και από εκεί  να προσπαθούμε να δώσουμε, ή μάλλον να υποβάλλουμε στους εαυτούς μας ότι δίνουμε, έναν αγώνα περισσότερο φανταστικό παρά πραγματικό. Γιατί για μένα, η ενέργεια του Mauri, που δεν ολοκληρώθηκε για λόγους που όλοι ξέρουμε, έχει μεγαλύτερη σημασία από το να καθόμαστε και απλά να παρακολουθούμε, θαυμάζοντας βίαιους και εξεγερτικούς αγώνες σε μακρινούς χωροχρόνους από εμάς και ταυτόχρονα, δυσφημώντας τους εδώ αγώνες με μάταια και άξεστα επιχειρήματα.

 Για μένα, ο σύντροφος Mauricio Morales, δεν είναι ούτε μάρτυρας, ούτε σύμβολο του εξεγερτικού αναρχισμού, ούτε θα τον μετατρέψω σε θύμα ή ήρωα. Η επίκαιρη ανάμνηση του είναι την ίδια στιγμή η θύμηση του ίδιου του αγώνα, όπως είναι και κάθε ενέργεια, που δεν επιτρέπει να θαφτεί ύπουλα αυτό το κομμάτι της Ιστορίας και το λέω αυτό με αγανάκτηση όχι μόνο για το Κράτος, αλλά και για αυτούς που αποκαλούνται με ιδεολογικούς όρους, σύντροφοι.

 Φεύγω, αφήνοντας πίσω μερικούς στίχους του Mauri, που πάντα μου άρεσαν:

 «Είναι γνωστή η θλιβερή μοίρα του εξεγερμένου, που επιτίθεται στην εξουσία, που την περιφρονεί και που επιτίθεται στους εχθρούς του κατά μέτωπο: στους μπάτσους, στο σύστημα κλπ. Γιατί όταν η ελευθερία, η αγάπη και η αναρχία συνοδεύουν το χτύπο της καρδιάς σου, η αναρχία δεν είναι πτώμα στο στόμα, αλλά κυρίαρχη στα χέρια που δρουν.»

 «Πριν πέσω για ύπνο αγκαλιάζω το χάος ως μια ιδέα που απελευθερώνει το σώμα και το νου μου. Γιατί παρόλα αυτά, με κάνει να νιώθω ζωντανός. Δεν θέλω να αναζητήσω το δισκοπότηρο που θα απελευθερώσει μελλοντικές κοινωνίες. Τα δάχτυλά μου αναζητούν την αιματηρή πτήση της καταστροφής των αλυσίδων της ρυθμικής φωτιάς, τον εμπρησμό της εξουσίας και των αφεντάδων της. Πάνω στον ύπνο μου, οι δράσεις μου είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε αύριο, αφότου ξυπνήσω, θα τσακίσω τη ρουτίνα και με μια ατομική δράση, με το στήθος μου σαν φουσκωτή πέτρα, με την καταστροφή αυτής και οποιασδήποτε κοινωνίας. Κάντε μου μια χάρη: εξασφαλίστε να ζήσει η αναρχία.»*

 

Ο σύντροφος Punky Mauri είναι εδώ!

Θάνατος σε Κράτος, Κεφάλαιο και Εκκλησία και ζήτω η αναρχία!

Ο αγώνας είναι και θα είναι πάντα παρών στο εδώ και στο τώρα!

Mauri Presente!

Εξεγερτικούς χαιρετισμούς,

 Mario Lopez, Tripa

Πόλη του Μεξικού, 19 Μαίου, 2013

Πηγή: waronsociety

Ούτε Λήθη Ούτε Τελετή: Ενάντια στη Λατρεία του Πτώματος

«Σε μένα φαίνεται προτιμότερο, οι τιμές προς ανθρώπους που διακρίθηκαν για τις πράξεις τους, να εκδηλώνονται και αυτές μόνο με πράξεις»

Θουκυδίδης, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου, 411 π.Χ.

Είναι επικίνδυνο να κηρύσσεις πόλεμο ενάντια στο κράτος και σε αυτό τον κόσμο, επειδή το Κράτος γνωρίζει πώς να κάνει μόνο δύο πράγματα: να εξελίσσεται, και να χτυπά οποιονδήποτε θα μπορούσε να το καταστρέψει, να το αποδυναμώσει ή να εμποδίσει την εξέλιξή του. Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί, όρος με τον οποίο εννοούμε τους επαναστάτες, έχουμε συνείδηση των αποφάσεών μας και των ευθυνών που απορρέουν από αυτές. Όταν λέμε επαναστάτες, δεν αναφερόμαστε σε καμία πίστη για έναν τέλειο και ειρηνικό κόσμο, ούτε στη χιμαιρική πεποίθηση για την πιθανότητα να δούμε μια συνολική αντι-εξουσιαστική επανάσταση, την οποία μπορούμε μόνο να ονειρευόμαστε στον πνευματικό αυνανισμό μας, είτε στη διάρκεια της ζωής μας είτε όχι. Μιλάμε για μία μόνιμη τάση προς την εμβάθυνση μιας διαδικασίας ρήξης με την εξουσία και τους θεσμούς της, μέσα από ριζοσπαστική κριτική και καταστροφή.

 Στις 22 Μαΐου 2009, ο Mauricio Morales, ένας σεβαστός σύντροφος από το Σαντιάγκο της Χιλής, έπεσε στη μάχη σε αυτό τον κοινωνικό πόλεμο στον οποίο προσπάθησε, όπως και τόσοι άλλοι αναρχικοί προσπαθούν σε όλο τον κόσμο, να συμβάλει με τα δικά μας μέσα και αξίες, με τη δική μας ένταση και τις επιθυμίες. Η έκρηξη της αυτοσχέδιας βόμβας που μετέφερε στην πλάτη του, προκάλεσε τον βίαιο θάνατό του· προοριζόταν για τη Σχολή Σωφρονιστικών Υπαλλήλων, στην οποία είχε φτάσει κοντά. Όσο μακριά και αν είμασταν εκείνη τη στιγμή, στην καρδιά της παλιάς Ευρώπης, το νέο του θανάτου του μας αναστάτωσε γι’ αυτό που ήταν: ο θάνατος ενός αδελφού. Δεν γνωρίζαμε τον Mauricio προσωπικά, αλλά έχει σημασία; Αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας σε αυτόν, όπως αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας κάθε μέρα σε όλες τις επιθέσεις ενάντια στην κυριαρχία, και αυτό ήταν αρκετό για εμάς. Όπως πολλοί άλλοι, φωτίσαμε τη νύχτα σε ανάμνησή του. Επειδή αυτή είναι η μοναδική μορφή επετείου που μας ταιριάζει για να χαιρετίσουμε τη μνήμη ενός συντρόφου: η συνέχιση του αγώνα σε ένδειξη αλληλεγγύης, ναι, αλλά και πολλά περισσότερα: να πολλαπλασιάζουμε στην πράξη την κριτική ενάντια σε αυτό τον κόσμο, και να υποθάλπουμε τη διάχυσή της.

 Επειδή οι επιθέσεις μας ενάντια στο υπάρχον δεν έχουν ως πρωταρχικό τους στόχο ούτε να τιμήσουν τη μνήμη των συντρόφων που έπεσαν, ούτε να στείλουν αφιερώσεις στον έναν ή στον άλλο φυλακισμένο σύντροφο, ούτε να συνδιαλλαγούν με την εξουσία σώμα με σώμα και μετωπικά. Η επίθεση για εμάς είναι μια αναγκαιότητα ώστε ο λόγος μας να έχε νόημα και οι ιδέες μας να μην είναι απλά έννοιες. Και θεωρούμε τελείως δευτερεύουσα, τη βρίσκουμε εντελώς περιττή, αυτή την ανάγκη πάντα να στέλνουμε κλεισίματα του ματιού ή να είμαστε αυτό-αναφορικοί. Οι αποδέκτες αυτών των νευμάτων δεν χρειάζεται να ονοματίζονται αν αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σε μία πράξη καθαυτή. Και το να αφιερώνουμε μια επίθεση σε ένα σύντροφο απομακρύνει άλλους από τη δυνατότητα να την ιδιοποιηθούν για τον εαυτό τους, και αποκόπτει εμάς από έναν άπειρο αριθμό δυνατοτήτων για ιδιοποίηση και επαναληψιμότητα, καθώς και από την ανωνυμία που χαρακτηρίζει την αναρχική μας παρέμβαση με όλη της την ταπεινοφροσύνη. Για να ξεκαθαρίσουμε τι αποκαλούμε ταπεινοφροσύνη, εννοούμε ότι οι επιθέσεις μας καταγράφονται ως μέτριες συνεισφορές στον κοινωνικό πόλεμο που διεξάγεται από πάντα, και όχι ως ηρωικές πράξεις, αλλά όπως λέμε πάντα, είναι εύκολο να επιτίθεσαι και δεν έχει σημασία ποιο είναι το εξοργισμένο άτομο που επιτίθεται. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι σύντροφοί μας που έπεσαν στη μάχη δεν είναι ήρωες.

 Οι επιθέσεις μας είναι καθημερινές, δεν περιμένουν και δε χρειάζονται κανένα κάλεσμα αλληλεγγύης. Αυτή είναι η μόνη μορφή επετείου για εμάς: η συνεχής σύγκρουση. Γιατί όλες οι άλλες μορφές επετείου δε γιατρεύουν την εξεγερμένη καρδιά μας, γιατί το κλάμα δεν έριξε ποτέ κανένα τοίχο. Είτε είναι θεϊκής είτε ανθρώπινης θρησκείας, οι απόστολοι αυτού του κόσμου δε προσφέρουν καμιά λύση στα προβλήματά μας. Ολονυχτίες, τελετές, μοιρολόγια, επετείους, όμορφα λόγια και φτηνό λυρισμό τα εγκαταλείπουμε πρόθυμα και βαδίζουμε στο μονοπάτι που έχουμε διαλέξει. Δε μας ενδιαφέρει η δόξα και οι τιμές αλλά η αξιοπρέπεια, η αγάπη και το μίσος. Με αυτές τις τρεις αδερφές πορευόμαστε κάθε μέρα. Θα προτιμούσαμε να μη νιώθαμε την ανάγκη να γράψουμε αυτές τις γραμμές, αλλά φοβόμαστε πως βλέπουμε αξίες θρησκευτικής και στρατιωτικής προέλευσης να αναμιγνύονται με τις δικές μας.

Η λατρεία των νεκρών είναι απλά μια προσβολή στον αληθινό πόνο. Το να κρατάς ένα μικρό κήπο, να ντύνεσαι στα μαύρα και να φοράς βέλο, δεν αποδεικνύουν την ειλικρίνεια της θλίψης. Πρέπει και η θλίψη να εξαφανιστεί, τα άτομα πρέπει να αντιδρούν στο τέλος των πραγμάτων και αναπόφευκτα στο θάνατο. Πρέπει να πολεμήσουμε ενάντια στο να υποφέρουμε αντί να το επιδεικνύουμε, αντί να πορευόμαστε σε γκροτέσκες λιτανείες και με ψεύτικες ευχές. Πρέπει να ανατρέψουμε τις πυραμίδες, τους τύμβους, τους τάφους· πρέπει να περάσουμε το άροτρο μέσα από τους τοίχους του νεκροταφείου για να απαλλάξουμε την ανθρωπότητα από αυτό που ονομάζεται σεβασμός στους νεκρούς, αλλά είναι η λατρεία των πτωμάτων.

Albert Libertad, L’anarchie, 31 Οκτώμβρίου 1907

Δεν υπάρχει δόξα στο θάνατο στη μάχη. Η εξουσία μας επιφυλάσσεις μακάβριες συνέπειες για την απόφαση μας να πολεμήσουμε, είτε αυτές είναι φυλακή, είτε βασανιστήρια, είτε θάνατος. Όλα αυτά τα άσχημα νέα είναι κομμάτι του συμβολαίου που υπογράψαμε με τους εαυτούς μας, στην απόφαση μας να είμαστε σε πόλεμο με το υπάρχον. Ξέρουμε ότι μπορούμε να περιμένουμε, από το πιο όμορφο μέχρι το πιο τραγικό και είμαστε προετοιμασμένοι ότι και να γίνει. Αυτή τη φορά ήταν θανάσιμο, αλά αυτό δε σημαίνει πως ο Mauricio ήταν ένας πιο αφοσιωμένος και πιο γενναίος σύντροφος από οποιονδήποτε άλλο μαχητή. Εκείνη τη νύχτα, υπολόγισε τα ρίσκα όπως κάνουν πολλοί άλλοι κάθε νύχτα και η τύχη τον έκλεψε από εμάς.  Θα μπορούσε να συμβεί σε σένα, σε μένα, σ’αυτόν, σ’αυτήν ή σε οποιαδήποτε άλλη ατομικότητα για την οποία η Αναρχία δεν είναι μόνο λόγια και πόζα.

Πολλοί από τους συντρόφους μας πέθαναν στη μάχη. Οι Ραβασόλ, οι Φιλίπι, οι Μοράλες της ιστορίας μας είναι πολλοί, ζουν λιγότερο ή περισσότερο στη μνήμη μας, συνεχίζουν να ζουν σε κάθε χτύπημά μας, σε κάθε επίθεση ενάντια στην κυριαρχία. Και δεν είναι μάρτυρες, δεν πέθαναν για κάποιο σκοπό, δε θυσίασαν τους εαυτούς τους. Πέθαναν προσπαθώντας να ζήσουν το όνειρο, δεν παραδόθηκαν και σκοτώθηκαν. Αυτό είναι όλο. Τίποτα δε θα τους φέρει πίσω, κανένα τραγούδι, κανένα ποίημα, κανένας λόγος γιατί δεν υπάρχει το πέρα, δεν υπάρχουν ήρωες, δεν υπάρχει ένας άλλος κόσμος που μπορούμε να γιατρέψουμε τις πληγές που μας δημιούργησε τούτος.

Σύντροφοι, ας μην ενδώσουμε στο τραγούδι των σειρήνων του θαυμασμού, του χαρίσματος και της κοινωνικής αξίας. Οι αναρχικοί δεν πρέπει να κανονικοποιούνται. Ας τα αφήσουμε αυτά στις περσόνες και στη θρησκευτική ειδωλολατρία.  Ας είναι ο καθένας και η καθεμία ο δικός του/της ήρωας/ηρωίδα αντί να ψάχνει το μεγαλείο στους άλλους.  Ο Mauricio δεν είναι γλυπτό, αφίσα ή είδωλο. Είναι μια πηγή έμπνευσης, ένας αδερφός.

Ενάντια στη λατρεία των πτωμάτων.

Ιούνιος 2013

Πηγή

Η μετάφραση έγινε από την αναρχική ομάδα Έρεβος